Μία φορά κι έναν καιρό
μια προσευχή έγινε νερό
στα δυο χωρίζει τη στεριά
αλλού η ψυχή αλλού η Κανά
Έπεισε τις μανάδες μας
με ξόρκια , μ΄ όρκους και μ΄ αγιωτικά
καίει μάγισσες , καίει τους Δελφούς
στο μπράτσο ράβει πορφυρούς σταυρούς
Στης Ιστορίας την πετονιά
οι Κ. σπαρταρούν σε μια θηλιά
εφτά κεφάλια μ΄ οδηγούν
αιώνες δεκαεφτά σφυρηλατούν
μια Ύδρα με ζεστή κοιλιά
στενή Εδέμ με κάγκελα ψηλά
κι αυτούς που μέσα δεν χωρούν
στου Γιβραλτάρ τα δόντια τους πετούν
Μα μια φορά κι έναν καιρό
κακά μαντάτα φτάσαν στο χωριό
σακούλες μαύρες και βρισιές
και βάρβαροι με άναρθρες κραυγές
Κρύβουν μια οχιά μες στο λαιμό
όσοι δούλοι γίναν με τον καιρό
με βρύα βάφουν και με στάχτη στα μαλλιά
τα πρόσωπά τους τα αδικοπέτρινα
Με το φτερό του Αλτάϊρ κι ένα αν
παίρνουν φωτιά οι ψάθες του Αννάμ
τους βλέπεις μα δεν νοιώθεις το γιατί
φοράς γυαλιά ηλίου και κλουβί
Έναν καιρό και μια φορά
μια άλλη προσευχή έγινε φωτιά
στης Νέας Ρώμης τα γνωστά ερείπια
ο Νέρωνας τη σκούφια του κουνά
Και μια φορά κι έναν καιρό
κακά μαντάτα φτάσαν στο χωριό …
Σαρματζής Οδυσσέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου