Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι



Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα
Φοβισμένοι, αφήνοντας τις λέξεις μας να είναι τρυφερές
Από φόβο μήπως ξυπνήσουμε τις κουρούνες,
Από φόβο μήπως έρθουμε
Αθόρυβα μέσα σ’ έναν κόσμο φτερών και κραυγών.
Αν ήμασταν παιδιά, ίσως να σκαρφαλώναμε,
Θα πιάναμε τις κουρούνες να κοιμούνται, και δεν θα σπάγαμε ούτε κλαράκι,
Και, μετά το μαλακό ανέβασμα,
Θα τινάζαμε τα κεφάλια μας πιο πάνω απ’ τα κλαριά
Για να θαυμάσουμε την τελειότητα των άστρων.
Πέρα απ’ τη σύγχυση, όπως συμβαίνει συνήθως,
Και τον θαυμασμό για όσα ο άνθρωπος γνωρίζει,

Πέρα απ’ το χάος θα ‘ρχόταν η μακαριότητα.
Αυτό, τότε, είναι ομορφιά, είπαμε,

Παιδιά που με θαυμασμό κοιτάζουν τ’ αστέρια,

Είναι ο σκοπός και το τέλος.
Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα.

Μια πορεία στον καιρό της καρδιάς

Μια πορεία στον καιρό της καρδιάς
Την υγρασία σε ξηρασία μεταλλάσει η χρυσή βολή
Λυσσομανά στον παγωμένο τάφο.
Μια πορεία στην εποχή των φλεβών
Τη νύχτα σε μέρα μεταλλάσει αίμα στους ήλιους τους
Φωτίζει το ζωντανό σκουλήκι.

Μια πορεία στο μάτι προειδοποιεί
Τα κόκκαλα της τύφλωσης κι η μήτρα
Οδηγεί στο θάνατο καθώς η γη διαρρέει.

Ενα σκοτάδι στον καιρό του ματιού
Είναι το μισό του φως η βυθομετρημένη θάλασσα
Σκάζει σε λεία γη.
Ο σπόρος που πλάθει ένα δάσος νεφρών
Καρφώνει το μισό καρπό του και μισό στάζει
Αργά σ' έναν άνεμο υπνωμένο.

Ένας καιρός σε κόκκαλα και σάρκα
Είναι υγρασία και ξηρασία ο ζωντανός κι ο νεκρός
Κινούνται σαν δυο φαντάσματα μπροστά στο μάτι.

Μια πορεία στον καιρό του κόσμου
Το στοιχειό σε στοιχειό μεταλλάσει κάθε μητέρας παιδί
Κάθεται στη διπλή σκιά του.
Μια πορεία συνεπαίρνει το φεγγάρι προς τον ήλιο,
Κατεβάζει τις κουρελιασμένες κουρτίνες του δέρματος
Κι η καρδιά εγκαταλείπει τους νεκρούς της.


Ντύλαν Τόμας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου