Ποια λόγια να χωρέσουνε...;
Έμεινε μόνη κι άλαλη απ’
την κακιά την ώρα
-ποια λόγια να χωρέσουνε
εκείνο που ‘χε δει;
Οι συγγενείς τη μάζεψαν,
μα ποιος τη σώνει τώρα
που έγινε της άτιμης και
του φονιά παιδί,
μ’ ένα γιατί που ‘χε της
θάλασσας τα βάθη
με μια σιωπή που ‘χε τον
ήχο κανονιού
μ’ έναν καημό που ‘χε του
σκοταδιού τα πάθη
με μια ντροπή που ‘χε το
χρώμα του χιονιού.
Πέρασε χρόνια της οργής,
του φόβου και του πόνου
τα γράμματά του σκίζοντας
από τη φυλακή
Τώρα μπροστά της στέκεται
και του δικού της νόμου
την τιμωρία αναζητά, το
δίκιο καρτερεί
Αυτή στα μάτια τον κοιτά
και τα δικά της βλέπει
-τα χέρια του που τρέμουνε
δεν δείχνουνε φονιά
Τον συναντά και μέσα της
τα πάντα ανατρέπει
κι ανοίγει τα μεγάλα της
συγχώρεσης πανιά
με ένα δάκρυ απ’ της
θάλασσας τα βάθη
μ’ ένα φιλί που ‘χει τον
ήχο κανονιού
με ένα άγγιγμα στου
σκοταδιού τα πάθη
μ’ ένα αντίο που ‘χει
χρώμα του χιονιού.
Κώστας Κολοβός
Απίστευτο!!!! Κάθε φορά που νομίζω πως έχω ακούσει το καλύτερό του...ο Κώστας ξαναγράφει!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ ευχαριστώ Κώστα που τα μοιράζεσαι μαζί μας!!!
Πανέμορφο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘέλει πολύ μεγάλη στιχουργική μαγκιά για να καταπιαστείς με τέτοιο θέμα! Κι εσύ Κώστα την έχεις και με το παραπάνω!...
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα έχεις κουραστεί να διαβάζεις τα μπράβο μου, αλλά είναι το ελάχιστο που μπορώ να σου πω... Μεγάλο μπράβο!!!