Έρωτας στην πράσινη γραμμή...
Ποτέ της δεν ξεστράτισε, σα μιναρέ τον κράτησε
Θοδωρής Τσάκωνας
Ποτέ της δεν ξεστράτισε, σα μιναρέ τον κράτησε
τον έβλεπε να κλαίει χαλάλι να της λέει.
Ο ξένος την αγκάλιαζε, σαν εκκλησιά την άγιαζε
την έβλεπε να κλαίει κι ελαλ ολσούν να λέει.
Μια λάμψη
γύρω φώτισε, πόνους τα “θέλω” πότισε
φωτιά που σιγοκαίει, κανένας τους δε φταίει.
Μες στη φωτιά χορεύανε,
σπίθας φιλί γυρεύανε
μια πράσινη κορδέλα,
του γάμου τους η τρέλα
που έπλεκαν με τα χέρια τους
τα χίλια καλοκαίρια τους
όνειρα πεταμένα,
μες στη φωτιά ριγμένα.
Σα χελιδόνι σπάθισε κορδέλα πράσινη άφησε
την έβλεπε να κλαίει κι ελαλ ολσούν να λέει.
Σαν αμανές τη χάιδευε ο ξένος και τη μάγευε
τον έβλεπε να κλαίει χαλάλι σου να λέει
Νύχι αετού σημάδεψε και το φιλί τους κλάδεψε
φωτιά που σιγοκαίει, κανένας τους δε φταίει.
Μαζί ψηλά πετάξανε
δυο σώματα που αρπάξανε
Δευτερογιούνη βράδυ
σε ενός νησιού σκοτάδι
που φώτιζαν τα χέρια τους
τα χίλια καλοκαίρια τους
όνειρα που μεθύσαν,
σπίθες που ξεστρατίσαν.
Θοδωρής Τσάκωνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου