Διαβάζοντας για την ΠΟΛΗ, θυμήθηκα τον Νικόλα μου!
Ο Νικόλας κάποια μέρα
μια απόφαση είχε πάρει
πως του κόσμου του το χάλι
έπρεπε να βρει τον τρόπο
κάπως ν' αποτυπωθεί.
Κι άρχισε να ζωγραφίζει
με μπογιές μονάχα μαύρες
πα σε τοίχους και σε μάντρες
κι όπου απαγορευόταν
έβαζε κι υπογραφή.
Γέμισε λοιπόν την πόλη
-άφησε μόνο τα πάρκα-
όλο ανθρωπάκια μαύρα,
μ' ένα μάτι, μισό στόμα
και μονάχα εν' αυτί.
Τάραξε τους υπευθύνους
περί την καλαισθησία
κι είπανε," αναισθησία,
έρχονται βλέπεις και ξένοι
πρέπει ευθύς να συλληφθεί".
Τσάκωσαν λοιπόν τον μάγκα
και εκεί στη λεωφόρο
που παν τα επ' αυτοφώρω,
στη γνωστή μωρέ τη ΓΑΔΑ,
κλείστηκε προσωρινά.
Έμεινε να περιμένει,
δεν αδειάζει ο εισαγγελέας,
-πόσα πια να φέρει εις πέρας-
και για να μην ζωγραφίζει
κατασχέσαν τις μπογιές.
Τον θυμήθηκαν μια μέρα
"ρε, έχουμ' έναν ξεχασμένο"
και τον βρήκαν ξαπλωμένο
καταγής με στραγγισμένο
από αίμα το κορμί.
Κι ήτανε γεμάτοι οι τοίχοι
από κόκκιν' ανθρωπάκια,
που 'χαν μάτια και αυτάκια,
δίχως πόδια και χεράκια
και για στόμα μια γραμμή.
ΑΝΑΤΟΛΗ ΠΑΠΑΝΟΤΗ
Είναι πραγματικά συγκλονιστική η πορεία της ανάγνωσης αυτού του εξαίσιου γεμάτου ρυθμό συναίσθημα μηνύματα και εικόνων κειμένου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Νικόλας έχει κάτι απ' το δικό μας κόκκινο..
ΑπάντησηΔιαγραφήΠες το κραυγή..
Πες το φιλί..
Πες το αίμα..