Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Ο ΚΙΣΣΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ



Σκληρό μου όνειρο σε πήγα βόλτα
ανάμεσα στις φυλλωσιές του σύμπαντος.
Στον κισσό της επιθυμίας σ ανέβασα
να ψηλώνεις αργά κι αδιάλλακτα.
Στον κισσό που πάνω στο σύννεφο του κόσμου φυτρώνει.
Μπερδεμένοι βυθοί σε βλέμμα καθάριο.
Να βαθαίνουν οι λάκκοι
και να ναι πιο ρηχές οι επιθυμίες οι ασίγαστες.
Μαραμένο το άγγιγμα τώρα θρηνεί
που είναι άνεργο και δεν έχει να δώσει.
Και πιο πέρα ένα γκρι μου κατάλοιπο
σαν σκιά κοντοστέκει και στοιχειώνει.
Έχω αλλάξει περίγραμμα ανθρώπου
κι η στολή η παλιά δε μου κάνει.
Μόνο να φύτρωνε ο κόσμος ξανά
να τον πότιζα μια δροσερή αυταπάτη.
Σχήμα ν άλλαζε ο κόσμος για μένα
να τον παίρνω αγκαλιά
και να εφάπτονται οι αιχμηρές του γωνίες
στις μικρές τις χαράδρες που αφήνει κενές
η ελλειμματική μου αγάπη.


Ζηναΐς

5 σχόλια:

  1. Είδες τι μπορεί να κάνει ένα μικρό σποράκι επιθυμίας;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγάπησα ένα ξωτικό
    Μια μικρή νεράιδα
    Που μου χει πάρει την καρδιά
    Κι έχω καρδιά άδεια…

    Μέσα στα σύννεφα πετά
    Σ ομίχλη κατεβαίνει
    Μα την δική μου την καρδιά
    Δεν την καταλαβαίνει…

    Μέσα στο δάσος κατοικεί
    Κι έρχεται εδώ τα βράδια
    Ξέρει το δρόμο να με βρει
    Γνωρίζει τα σημάδια…

    Μου κάνει νάζια μαγικά
    Μου ψιθυρίζει λόγια
    Από αυτά τα όμορφα
    Που στέκουν σ αναλόγια…

    Θα μπω στο δάσος μια βραδιά
    Εγώ για να την κλέψω
    Γιατί αυτή τη μοναξιά
    Δεν θα μπορώ ν αντέξω…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Βρίσκω διορατικό οτι:
    "..Έχω αλλάξει περίγραμμα ανθρώπου
    κι η στολή η παλιά δε μου κάνει."

    Και άκρα συνειδητοποίηση τη φράση:"η ελλειμματική μου αγάπη."
    Το απόλαυσα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ζηναίδα είσαι υπέροχη..."ένα γκρι μου κατάλοιπο...η ελλειμματική μου αγάπη...μαραμένο το άγγιγμα τώρα θρηνεί που είναι άνεργο και δεν έχει να δώσει..."αχ..δεν έχω λόγια....γλυκά σκότωσέ με.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ζηναΐδα
    Ποιήτρια..
    Μπορώ,
    με βάσιμες υποψίες,
    να σε φανταστώ στον 18ο όροφο του νωχελικού σου Πύργου,
    εκεί στην βραδινή σου σοφίτα,
    να σπέρνεις στις ολονυκτίες σου
    μικρά, εντόσθια όνειρα
    και επιθυμίες
    ακατάληπτες για το ακούσιο καθημερινό παρόν της Κάτω Πόλης,
    υφαίνοντας,
    σαν τον Πρωτόπλαστό μας Όφι το νέο ύφασμα,
    αυτό το καινούριο, το αγγελικό σου/μας περίγραμμα,
    απλώνοντας στην άβυσσο του θέλω
    μαλλιά και μάτια
    προσμένοντας
    μια φωνή απροσκύνητη
    να εγκαταλείπει το ανώφελο της Ιστορίας
    προς χάριν
    της δροσερής αυταπάτης
    που, με προσήλωση σχεδόν θρησκευτική,
    ζωές τώρα επωάζεις..

    Ένα θέλω να σου πω..:
    Αν αρνηθώ να συλλαβίσω, δημοσίως, την αλήθεια σου
    ξανά…

    …μην με πιστέψεις…

    ΑπάντησηΔιαγραφή