Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Ουαλίντ

Άσε με ν’αυτοκτονήσω, τους φιλάει τα πόδια...Επιτέλους γονάτισε, με παλούκι και γράσσο...
Η αληθινή ιστορία του Ουαλίντ Μωχάμεντ Τάλεμπ είναι ο Ύμνος της εθνικής μας απανθρωπιάς.

Στίχοι: (Αλλη μια μπάντα απο τη) Νότια Ντακότα
Μουσική:(Αλλη μια μπάντα απο τη) Νότια Ντακότα
Ερμηνεία: Νότια Ντακότα
Παραγωγή: Σπύρος Λιβάνης

Kυριακή το πρωί, εν ώρα εκκλησίας
σε κολώνα του δρόμου τον βρήκαν γερμένο
Με το πρόσωπο πιο μαύρο, απο άκρη σε άκρη γδαρμένο,
Ο ΟυαλΊντ Μοχάμεντ Τάλεμπ, στα τριάντα του χρόνια
χωρις κάποιον να δώσει, μια χείρα βοηθείας
ευτυχώς που βρεθήκαν κανα δυο αστυνόμοι
που με αίσθηση ευθυνης και ανθρωπιά περισσεία
τον εσύραν στο τμήμα, επειδή ητανε ξένος
μ’αλυσίδα στο λαιμό, και το σώμα σπασμένο
τι κι αν ζεις η πεθαίνεις, κακοποιημένος
στ’ αμπελάκι σαλαμινας δικαιούσαι ικεσιας
μόνο αν έχεις μαζί σου κάποια άδεια εργασίας

Και πάλι πάλι, ψηλά το κεφάλι
στο φόβο που σε καταβάλει
του θύτη το ποίημα
ξεπλένει στο μνήμα
κι η μία χείρα την άλλη

Αφεντικό του Ουαλίντ, μια ρίμα της μπούρδας
μ’ορίζοντες νέους κι απόχρωση σκούρας
αντιδήμαρχος κύρους, μ’ακριβό πανωφόρι
υπεράνω του νόμου, τι να πει και η κόρη
στον αιγύπτιο ορμάει με το γιό άξιο τέκνο,
τον κρεμάει στο σταύλο αλυσοδεμένο
του λαού ο εκλεγμένος βγαινει έξω για λίγο
και γυρίζει με λάσσο, με παλούκι και γράσσο
«σ’εχω δέσει οπως δένουν τις καμήλες στην αίγυπτο
και ετσι θα σε πηδήξω, σα μουνί ανυπόλυπτο»
οσο ο αιγύπτιος σπαράζει, γελάνε τα βόδια
άσε με ν’αυτοκτονήσω, τους φιλάει τα πόδια

Και πάλι πάλι, γυρνάς το κεφάλι
Στον τρόμο που σε καταβάλει
του θύτη το ποίημα
ξεπλένει στο μνήμα
κι η μία εξουσία την άλλη

σε τρεις-τέσσερις μέρες, απo κείνη την ώρα
στα σκοτάδια θα λάβει, μήνυμά στο κελί του
(οι) ανάνθρωποι έξω, ν’απειλούν τη ζωή του
κι αυτός έχει ένα μήνα, για ν’αφήσει τη χώρα..
κοσμος ήρθε πολύς, στην πρώτη του δίκη
δεν μπορούν να πιστέψουν, πως εκλέγουν τόση φρίκη
μα απ’τους ύμνους μεγάλων, εθνικών διδασκάλων
τον καθρέφτη κοιτούν, κι όλο βλέπουνε άλλον
ο κατα τ’άλλα εκλεκτός, φιλήσυχος πολίτης
μας εξέπληξε όλους, και μας βγήκε οπλίτης
κι ο Ουαλίντ όσο ζούσε και θα ζει πάλι μόνος
θα μας έχει κοντά του, σα μας πιάνει ο τρόμος

Και πάλι πάλι βενζίνη μπουκάλι
Τώρα υψώνεσαι βράχος
μα ένα αν σου μείνει
αγκάθι στη μνήμη
ας είναι πως ζούσε μονάχος

στο τραπέζι του δρόμου στριμωγμένος στη γωνία
μ’ενα σάκο επ ώμου, χωρίς οικογενεία
σε ακούει να διηγείσαι και το λόγο δεν παίρνει
μα κανείς δε ρωτάει, γιατί ο άνθρωπος γέρνει
κι ομως αν τον ρωτήσεις πως εβρέθηκε εδω πέρα
πόση θα’ν’ η ζωή σου, στη δική του ιστορία,
στου παιδιού που δε λύγισε στον ιδρώτα και στο αίμα
που ο ήλιος τον έκαψε και του άλλαξε δέρμα
κι αν ξυπόλητος σύρθηκε για να ρθει δίχως πάσο,
να σου δείξει πως με πίστη και το αίμα νερο γίνεται
το βουνό πως ισιώνει και η θάλασσα πίνεται
επιτέλους γονάτισε, με παλούκι και γράσσο


Album:
Nότια Ντακότα - Ιστορίες για φώς και τούνελ (Δεκέμβριος 2015)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου